Η πλειοψηφία των ενδοδοντικών θεραπειών ολοκληρώνεται σε δύο ή τρεις επισκέψεις . Υπάρχουν όμως περιστατικά που μπορεί να ολοκληρωθούν σε μία επίσκεψη αλλά και άλλα που μπορεί να απαιτήσουν περισσότερο αριθμό επισκέψεων.
Συνήθως ο πόνος είναι μέτριος και αντιμετωπίζεται με απλά παυσίπονα. Μερικές φορές μπορεί να παρουσιαστεί έντονος πόνος που θα αντιμετωπιστεί με παυσίπονα που θα συνταγογραφήσουμε. Αν ο πολφός είναι μολυσμένος μπορεί να έχουμε και πρήξιμο στα ούλα που ίσως απαιτήσει την χορήγηση αντιβιοτικού . Ο δυνατός πόνος και το πρήξιμο δεν επηρεάζουν την πρόγνωση της θεραπείας και επομένως τη διατήρηση του δοντιού αλλά ίσως καθυστερήσει λίγο την ολοκλήρωση της θεραπείας.
Η ακτινογραφία είναι πολύτιμο διαγνωστικό μέσο στην ενδοδοντία γιατί είναι ο μόνος τρόπος συλλογής πληροφοριών που αφορούν το μυλικό θάλαμο, τις ρίζες και τους περιακρορριζικούς ιστούς. Βοηθάει σε όλα τα στάδια της Ενδοδοντικής Θεραπείας και μας βοηθά στην παρακολούθηση του κάθε περιστατικού. Η δόση είναι πολύ μικρή. Με τα σύγχρονα μέσα της ψηφιακής ακτινογραφίας ο χρόνος ακτινοβόλησης μειώνεται πάρα πολύ. Η χρήση της προστατευτικής ποδιάς μολύβδου περιορίζει τη δόση ακτινοβολίας περισσότερο από το 90%
Βεβαίως ναι, δεν υπάρχει λόγος να ακυρώσετε το καθημερινό σας πρόγραμμα. Απλά η περιοχή στην οποία δουλέψαμε θα είναι μουδιασμένη για κάποιο χρονικό διάστημα.
Γενικά ναι, μόνο που θα πρέπει να είναι κανείς προσεκτικός στη μάσηση σκληρής τροφής και ιδιαίτερα πριν γίνει η τελική προσθετική αποκατάσταση του δοντιού.
Το δόντι μετά την ενδοδοντική θεραπεία συνεχίζει να λειτουργεί φυσιολογικά στο φραγμό. Η μόνη διαφορά του είναι ότι χάνει την αίσθηση στις θερμικές μεταβολές, δηλαδή δεν ανταποκρίνεται πια στα ζεστά και κρύα ερεθίσματα.
Ένα σωστά θεραπευμένο δόντι και με την σωστή προσθετική αποκατάσταση έχει τις ίδιες πιθανότητες να διατηρηθεί στο στόμα όπως ένα υγιές.
Το κυριότερο μειονέκτημα που παρουσιάζει ένα ενδοδοντικά θεραπευμένο δόντι είναι η πιθανότητα για κάταγμα λόγω της εκτεταμένης αφαίρεσης οδοντικής ουσίας.
Δεν υπάρχει θεραπεία στην ιατρική που να έχει ποσοστό επιτυχία; 100%. Η ενδοδοντική θεραπεία έχει ψηλό ποσοστό που κυμαίνεται μεταξύ 85-95%.
Όλα τα περιστατικά ενδοδοντικής θεραπείας έχουν ανάγκη περιοδικής επανεξέτασης η οποία περιλαμβάνει κλινικό και ακτινογραφικό έλεγχο. Η επανεξέταση πρέπει να γίνεται για μεγάλο χρονικό διάστημα γιατί τόσο η αποκατάσταση όσο και η ανάπτυξη μιας βλάβης απαιτούν ικανοποιητικό διάστημα. Συνηθέστεροι χρόνοι επανελέγχου οι 6 , 12, 24,48 μήνες.
Αν η αιτία της αποτυχίας μπορεί να αποκατασταθεί είτε με επανάληψη ενδοδοντικής θεραπείας είτε με ακρορριζεκτομή τότε το δόντι παραμένει βιώσιμο και λειτουργικό. Αν όχι τότε η λύση είναι η εξαγωγή.
Απαραιτήτως μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας πρέπει να γίνει μόνιμη προσθετική αποκατάσταση του θεραπευμένου δοντιού με σφράγισμα ή ανασύσταση ή τοποθέτηση στεφάνης. Ο γιατρός σας θα σας δώσει περισσότερες πληροφορίες για το είδος της σωστής αποκατάστασης που χρειάζεται το δόντι σας.
Η επανάληψη της ενδοδοντικής θεραπείας είναι τεχνικά δυσκολότερη από την αρχική γιατί προυποθέτει την αφαίρεση των ενδοδοντικών εμφρακτικών υλικών, γιατί η μορφολογία των ριζικών σωλήνων έχει τροποποιηθεί και γιατί η προσπέλαση των ριζικών σωλήνων στο επιθυμητό μήκος είναι δύσκολη ή και αδύνατη.
Εφόσον έχει την κατάλληλη εκπαίδευση ναι. Υπάρχουν όμως και ειδικοί οι οποίοι λέγονται Ενδοδοντολόγοι που έχουν όλη την απαιτούμενη γνώση , εξειδίκευση και εμπειρία ώστε να αντιμετωπίσουν και τα πολύ δύσκολα περιστατικά.